αντιστρέφομαι

αντιστρέφομαι
αντιστρέφομαι, αντιστράφηκα, αντεστραμμένος βλ. πίν. 210

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • αντικατηγορώ — (Α ἀντικατηγορῶ, έω) κατηγορώ αυτόν που με κατηγορεί αρχ. ( οῡμαι) (Λογ.) (για όρους μιας πρότασης) αντιστρέφομαι, μπορώ να χρησιμοποιηθώ εναλλάξ στη θέση του υποκειμένου και του κατηγορουμένου της πρότασης …   Dictionary of Greek

  • μεταλλάσσω — και μεταλλάζω (ΑM μεταλλάσσω, Α και μεταλλάττω, Μ μεταλλάζω) [αλλάσσω] 1. μεταβάλλω, επιφέρω αλλαγή, μετατρέπω, τροποποιώ («τὰν ἀνθρώπου ζόαν ἆται... μεταλλάσσουσι», Σοφ.) 2. υφίσταμαι μεταβολή, μεταβάλλομαι, αλλάζω («όλα τα πλούτη κι αφεντιές… …   Dictionary of Greek

  • ԶՈՒԳԱԴԱՐՁԻՄ — ( ) NBH 1 0745 Chronological Sequence: 6c ձ. ԶՈՒԳԱԴԱՐՁԻԼ. ἁντιστρέφομαι convertor, recipocor, aequipolleo Հաւասարապէս անդրադարձիլ, փոխադարձիլ. զոր օրինակ, մարդն է բանական կենդանի. բանական կենդանին է մարդ. *Յոռի է սահմանդ, վասն զի ո՛չ զուգադարձի:… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • ՀԱԿԱԴԱՐՁԵՄ — (եցի.) NBH 2 0005 Chronological Sequence: Unknown date, 6c, 13c ն. ἁποστρέφω converto, retorqueo. Դարձուցանել ընդ հակառակն. յեղաշրջել. *Որպէս թէ ոք զմարդ սահմանելով, որպէս զի է՝ կենդանի բանաւոր, հակադարձեսցէ դարձեալ զնոյն. Կիւրղ. գանձ.: չ.… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • ՀԱԿԱԴԱՐՁԻՄ — (ձայ.) NBH 2 0005 Chronological Sequence: 6c, 13c ձ. ἁντιστρέφομαι կամ ἁντιστρέφω convertor, reciprocor Հակադառնալ. անդրադարձիլ. փոխադարձիլ. հակիլ ʼի մի կողմն. *Ոչ հակադարձէ հաւ թեւոյ. ապա եթէ բացատրեսցի ընտանեբար, եւ հակադարձէ. որպակ, թեւ՝… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”